του συντρόφου Ν.Π.
Με τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς και τις χερσαίες επιθέσεις στη Γάζα που διεξάγονται αυτή τη στιγμή διακυβεύονται πολλά κρίσιμα ζητήματα για τον Παλαιστινιακό αγώνα. Ζητήματα τα οποία άνοιξαν από την αρχή της δεύτερης Ιντιφάντα.
Πιο συγκεκριμένα από το 2000 και μετά δεν άλλαξαν και πολλά στην πολιτική του Ισραήλ και κυρίως στο πως αντιμετόπιζε τους Παλαιστίνιους. Το ’48, το ’54, το ’67-’70, το ’82, το ’87-’93 και το 2000 έσφαζε αμάχους και χτυπούσε κυρίως πολιτικούς στόχους όπως έκανε το 2009 όπως κάνει και τώρα. Αυτό που άλλαξε το 2000 είναι η πρόθεση της πλειοψηφίας του Παλαιστινιακού λαού. Πιο συγκεκριμένα οι Παλαιστίνιοι απέριψαν την απλή διαμαρτυρία και την μοιρολατρία και αναζήτησαν τρόπους για ανοιχτή ένοπλη αντιπαράθεση με το Ισραήλ γεγονός που το εκμεταλεύτηκε και το καρπώθηκε η Χαμάς. Αυτό βέβαια δεν ήταν πρωτοφανέρωτο στην ιστορία της Παλαιστινιακής Πάλης.
Παγκόσμιο σύμβολο αντίστασης το 1968 ήταν το Ανόι σήμερα όμως είναι η Γάζα.
Μπορεί να συγκρίνει κάποιος το Ανόι (πρωτεύουσα του Βιετνάμ) με τη Γάζα; Μάλλον μπορεί αν εξετάσει κανείς τους ημερήσιους ρυθμούς αεροπορικών επιθέσεων-βομβαρδισμών και στις δύο περιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα το Ανόι κάποιες εβδομάδες κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιχειρήσεων «Rolling Thunder» των ΗΠΑ (το διάστημα 1965-1968) δέχονταν ημερησίως κάτι παραπάνω από 10 αεροπορικές επιθέσεις. Αντίστοιχοι ήταν οι ρυθμοί των αεροπορικών επιθέσεων για το Ανόι τόσο κατά τη διάρκεια της αεροπορικής επιχείρησης «Linebacker1» όσο όμως και κατά την επιχείρηση «Linebacker2» (και οι δύο έγιναν το 1972). Στην περίπτωση της Γάζας, από το 2003 και μετά, αυτή η πολύ μικρή και πυκνοκατοικημένη λωρίδα γης σε γενικευμένες χερσαίες επιθέσεις των Ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων δέχεται ημερησίως περίπου 10 αεροπορικές επιθέσεις.
Και στις δύο περιπτώσεις η αντοχή και η αντίσταση των κατοίκων είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη και αντίστοιχο παράδειγμα έχουμε μόνο από τους κατοίκους του Λένινγκραντ στην ΕΣΣΔ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Δεν είναι όμως μόνο η αντοχή και η αντίσταση των κατοίκων αλλά αξιοθαύμαστος είναι και ο αγώνας που δίνουν οι μαχητές. Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 το παγκόσμιο σύμβολο αντίστασης ήταν το Ανόι και γενικότερα το Βιετνάμ και όχι άδικα. Γιατί πολύ απλά οι πενιχρά εξοπλισμένοι στρατιώτες του ΛΣΒ στο Βόρειο Βιετνάμ και οι ξυπόλητοι αντάρτες Βιετκόνγκ στο Νότιο Βιετνάμ ξεφτίλισαν την ιμπεριαλιστική υπερδύναμη των ΗΠΑ. Σήμερα οι πολύ χειρότερα εξοπλισμένοι παλαιστίνιοι μαχητές κάνουν στη Γάζα κάθε μέρα μικρά θαύματα παραδίδοντας σημαντικά μαθήματα παλικαριάς και ανθρώπινης αξιοπρέπειας σε όλους τους λαούς τους κόσμου. Με τη διαφορά ότι οι Παλαιστίνιοι μαχητές δεν έχουν ούτε τη στήριξη της ΕΣΣΔ και της Κίνας, ούτε συστοιχίες αντιαεροπορικών πυραύλων ούτε μαχητικά αεροσκάφη.
Συμπερασματικά λοιπόν από την κάθε ιστορική συγκυρία ξεχωρίζει και ένα σύμβολο αντίστασης. Ο Τζώρτζ Χαμπάς κάποτε είχε πει ότι «η Παλαιστινιακή πάλη για να θριαμβεύσει έχει ανάγκη από ένα αραβικό Ανόι». Η Γάζα τελικά δεν αποτελεί απλά σύμβολο αντίστασης μόνο για τον αραβικό κόσμο αλλά επί της ουσίας είναι το σύγχρονο Ανόι!
Και στις δύο περιπτώσεις η αντοχή και η αντίσταση των κατοίκων είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη και αντίστοιχο παράδειγμα έχουμε μόνο από τους κατοίκους του Λένινγκραντ στην ΕΣΣΔ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Δεν είναι όμως μόνο η αντοχή και η αντίσταση των κατοίκων αλλά αξιοθαύμαστος είναι και ο αγώνας που δίνουν οι μαχητές. Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 το παγκόσμιο σύμβολο αντίστασης ήταν το Ανόι και γενικότερα το Βιετνάμ και όχι άδικα. Γιατί πολύ απλά οι πενιχρά εξοπλισμένοι στρατιώτες του ΛΣΒ στο Βόρειο Βιετνάμ και οι ξυπόλητοι αντάρτες Βιετκόνγκ στο Νότιο Βιετνάμ ξεφτίλισαν την ιμπεριαλιστική υπερδύναμη των ΗΠΑ. Σήμερα οι πολύ χειρότερα εξοπλισμένοι παλαιστίνιοι μαχητές κάνουν στη Γάζα κάθε μέρα μικρά θαύματα παραδίδοντας σημαντικά μαθήματα παλικαριάς και ανθρώπινης αξιοπρέπειας σε όλους τους λαούς τους κόσμου. Με τη διαφορά ότι οι Παλαιστίνιοι μαχητές δεν έχουν ούτε τη στήριξη της ΕΣΣΔ και της Κίνας, ούτε συστοιχίες αντιαεροπορικών πυραύλων ούτε μαχητικά αεροσκάφη.
Συμπερασματικά λοιπόν από την κάθε ιστορική συγκυρία ξεχωρίζει και ένα σύμβολο αντίστασης. Ο Τζώρτζ Χαμπάς κάποτε είχε πει ότι «η Παλαιστινιακή πάλη για να θριαμβεύσει έχει ανάγκη από ένα αραβικό Ανόι». Η Γάζα τελικά δεν αποτελεί απλά σύμβολο αντίστασης μόνο για τον αραβικό κόσμο αλλά επί της ουσίας είναι το σύγχρονο Ανόι!
Η πρώτη ανοιχτή σύγκρουση και η πολιτική γραμμή του PFLP.
Η πρώτη παλαιστινιακή οργάνωση που επιχείρησε να αναμετρηθεί ανοιχτά με μία από τις ισχυρότερες και πλέον εξειδικευμένες πολεμικές μηχανές στον κόσμο, αυτή του Ισραήλ, ήταν το PFLP (Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης). Το PFLP από την ίδρυσή του, το Δεκέμβρη του 1967 (λίγους μόνο μήνες μετά τον πόλεμο των 6 ημερών), είχε βάλει στόχο την ανάπτυξη μαζικών ανταρτοπολεμικών πρακτικών στα κατεχόμενα (στο σημερινό νότιο Ισραήλ, στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη). Στόχος του ήταν να πιέσει όπου και όπως μπορεί την εκάστοτε ισραηλινή κυβέρνηση και να κάνει διεθνές ζήτημα το Παλαιστινιακό. Άλλωστε το PFLP τότε από τη μία είχε μελετήσει όλες τις στρατιωτικές και πολεμικές εμπειρίες της Φατάχ το διάστημα 1954-1962 αλλά και της PLO το 1964-1966, και από την άλλη ήταν ιδιαίτερα επηρεασμένο από το FLN στην Αλγερία και κυρίως από τους Βιετκόνγκ στο Νότιο Βιετνάμ.
Κάπως έτσι, στις αρχές του ’68, έγιναν οι πρώτες επιθέσεις σε κομβόι ισραηλινών οχημάτων, επιθέσεις ελεύθερων σκοπευτών σε ισραηλινούς αστυνομικούς και στρατιωτικούς στο σημερινό νότιο Ισραήλ, στη Γάζα και στην Δυτική Όχθη αλλά και οι πρώτες βομβιστικές επιθέσεις σε καθαρά Ισραηλινές πόλεις (σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, γραφεία μεγάλων επιχειρήσεων, τράπεζες κτλ). Η μεγαλύτερη νίκη όμως του PFLP ήταν ότι χάρη στις αεροπειρατείες που πραγματοποίησε το ’68-’70 μετέτρεψε το παλαιστινιακό σε διεθνές ζήτημα. Μόνο όμως το PFLP μπορούσε να καταφέρει κάτι τέτοιο γιατί μόνο μία μαρξιστικής απόχρωσης απελευθερωτική οργάνωση μπορεί να καταλάβει ότι στην πολύ άνιση μάχη που έχει να δώσει χρειάζεται την ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης και αυτό επιτυγχάνεται μόνο με την κινητοποίηση των φτωχών και κατατρεγμένων αυτού του κόσμου, μόνο μέσα δηλαδή από τη διεθνιστική εργατική αλληλεγγύη.
Το PFLP όμως δεν πρωτοτύπησε με αυτό τον ανταρτοπόλεμο. Πρωτοτύπησε όταν το συνδύασε με πορείες, απεργίες και δράσεις αυτοοργάνωσης των παλαιστινιακών κοινοτήτων στα κατεχόμενα και στους προσφυγικούς καταυλισμούς στην Αίγυπτο, στην Ιορδανία, στη Συρία και στο Λίβανο. Μετέφερε τον πόλεμο στους χώρους δουλειάς, στα χωράφια, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια και στις γειτονιές. Όχι μόνο με τα όπλα αλλά και με απεργίες, καταλήψεις, πορείες και συγκρούσεις κατάφερε να μετατρέψει για πρώτη φορά, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, τη Γάζα και κυρίως τη Δυτική Όχθη σε ένα πραγματικά ακυβέρνητο μέρος. Αυτή η περίοδος είναι το σπέρμα ή ο γεννήτορας της κάθε Ιντιφάντα.
Και οι μορφές αυτοοργάνωσης των παλαιστινιακών κοινοτήτων στα κατεχόμενα και στους προσφυγικούς καταυλισμούς στην Αίγυπτο, στην Ιορδανία, στη Συρία και στο Λίβανο δεν έλυναν μόνο το πρόβλημα της επιβίωσης, της παροχής στοιχειώδους μόρφωσης και πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας. Η αυτοοργάνωση των Παλαιστινίων για το PFLP είχε μία ιδιαίτερη συμβολική και ιδεολογική αξία. Ξεκαθάριζε στον Παλαιστινιακό λαό ότι θα απελευθερωθεί μόνος του χωρίς τις παρεμβάσεις ξένων μεγάλων δυνάμεων ή άλλων αραβικών κρατών και κυρίως χωρίς τη βοήθεια των Αράβων παλαιστινίων σεΐχηδων και Αράβων αστών που τον πρόδωσαν και τον εγκατέλειψαν πολλές φορές στο παρελθόν.
Η συγκεκριμένη οργάνωση κατάφερε να συνειδητοποιήσει αρκετά νωρίς ότι το παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα δεν ήταν ζήτημα μιας ζαριάς και ότι χρειάζεται πρώτα επιβίωση, πολιτική και προπαγάνδιση και μετά όπλα. Δυστυχώς από τα χτυπήματα που είχε δεχτεί από τις κατασταλτικές δυνάμεις όχι μόνο του Ισραήλ αλλά και της Αιγύπτου, της Ιορδανίας και του Λιβάνου (κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου) και από το τραγικό λάθος του να αποσύρει μαζί με την PLO τους μαχητές του από τη Βηρυτό το 1982 ήταν αρκετά αποδυναμωμένη.
Κάπως έτσι, στις αρχές του ’68, έγιναν οι πρώτες επιθέσεις σε κομβόι ισραηλινών οχημάτων, επιθέσεις ελεύθερων σκοπευτών σε ισραηλινούς αστυνομικούς και στρατιωτικούς στο σημερινό νότιο Ισραήλ, στη Γάζα και στην Δυτική Όχθη αλλά και οι πρώτες βομβιστικές επιθέσεις σε καθαρά Ισραηλινές πόλεις (σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, γραφεία μεγάλων επιχειρήσεων, τράπεζες κτλ). Η μεγαλύτερη νίκη όμως του PFLP ήταν ότι χάρη στις αεροπειρατείες που πραγματοποίησε το ’68-’70 μετέτρεψε το παλαιστινιακό σε διεθνές ζήτημα. Μόνο όμως το PFLP μπορούσε να καταφέρει κάτι τέτοιο γιατί μόνο μία μαρξιστικής απόχρωσης απελευθερωτική οργάνωση μπορεί να καταλάβει ότι στην πολύ άνιση μάχη που έχει να δώσει χρειάζεται την ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης και αυτό επιτυγχάνεται μόνο με την κινητοποίηση των φτωχών και κατατρεγμένων αυτού του κόσμου, μόνο μέσα δηλαδή από τη διεθνιστική εργατική αλληλεγγύη.
Το PFLP όμως δεν πρωτοτύπησε με αυτό τον ανταρτοπόλεμο. Πρωτοτύπησε όταν το συνδύασε με πορείες, απεργίες και δράσεις αυτοοργάνωσης των παλαιστινιακών κοινοτήτων στα κατεχόμενα και στους προσφυγικούς καταυλισμούς στην Αίγυπτο, στην Ιορδανία, στη Συρία και στο Λίβανο. Μετέφερε τον πόλεμο στους χώρους δουλειάς, στα χωράφια, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια και στις γειτονιές. Όχι μόνο με τα όπλα αλλά και με απεργίες, καταλήψεις, πορείες και συγκρούσεις κατάφερε να μετατρέψει για πρώτη φορά, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, τη Γάζα και κυρίως τη Δυτική Όχθη σε ένα πραγματικά ακυβέρνητο μέρος. Αυτή η περίοδος είναι το σπέρμα ή ο γεννήτορας της κάθε Ιντιφάντα.
Και οι μορφές αυτοοργάνωσης των παλαιστινιακών κοινοτήτων στα κατεχόμενα και στους προσφυγικούς καταυλισμούς στην Αίγυπτο, στην Ιορδανία, στη Συρία και στο Λίβανο δεν έλυναν μόνο το πρόβλημα της επιβίωσης, της παροχής στοιχειώδους μόρφωσης και πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας. Η αυτοοργάνωση των Παλαιστινίων για το PFLP είχε μία ιδιαίτερη συμβολική και ιδεολογική αξία. Ξεκαθάριζε στον Παλαιστινιακό λαό ότι θα απελευθερωθεί μόνος του χωρίς τις παρεμβάσεις ξένων μεγάλων δυνάμεων ή άλλων αραβικών κρατών και κυρίως χωρίς τη βοήθεια των Αράβων παλαιστινίων σεΐχηδων και Αράβων αστών που τον πρόδωσαν και τον εγκατέλειψαν πολλές φορές στο παρελθόν.
Η συγκεκριμένη οργάνωση κατάφερε να συνειδητοποιήσει αρκετά νωρίς ότι το παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα δεν ήταν ζήτημα μιας ζαριάς και ότι χρειάζεται πρώτα επιβίωση, πολιτική και προπαγάνδιση και μετά όπλα. Δυστυχώς από τα χτυπήματα που είχε δεχτεί από τις κατασταλτικές δυνάμεις όχι μόνο του Ισραήλ αλλά και της Αιγύπτου, της Ιορδανίας και του Λιβάνου (κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου) και από το τραγικό λάθος του να αποσύρει μαζί με την PLO τους μαχητές του από τη Βηρυτό το 1982 ήταν αρκετά αποδυναμωμένη.
Η πρώτη Ιντιφάντα και η πρόκληση για πόλεμο
Η πρώτη Ιντιφάντα, ειδικά τα 2 πρώτα χρόνια, ήταν αρκετά ριζοσπαστική και ταξικά φορτισμένη. Η επιρροή που ασκούσε το PFLP στις μάζες ήταν ακόμη μεγάλη. Όμως το Λαϊκό Μέτωπο είχε στο πλάι του αλλά και απέναντί του τον ισλαμικό φονταμενταλισμό.
Επί της ουσίας οι προθέσεις της πλειοψηφίας των παλαιστινίων για ανοιχτή ένοπλη αντιπαράθεση είχαν διαμορφωθεί ήδη από το τέλος της πρώτης Ιντιφάντα. Παρά όμως τις φιλότιμες προσπάθειες του PFLP και της Χαμάς να δώσουν ένοπλες απαντήσεις αυτό δεν ήταν δυνατό γιατί το Λαϊκό Μέτωπο δεν είχε ακόμη επουλώσει τις πληγές του από τον εμφύλιο πόλεμο στο Λίβανο ενώ η Χαμάς μόλις είχε ιδρυθεί και δεν είχε καμιά ιδιαίτερη στρατιωτική ή πολεμική εμπειρία.
Παρόλα αυτά όταν η Χαμάς συνέχισε την ένοπλη πάλη το διάστημα 1993-1999, με τις όποιες προβληματικές, συμπορεύτηκε με την πρόθεση και τις προσδοκίες του μέσου Παλαιστίνιου. Όταν μάλιστα συνδύασε αυτή την ένοπλη δράση με δράσεις αυτοοργάνωσης των παλαιστινιακών κοινοτήτων (κυρίως στη Γάζα), αντιγράφοντας σε αυτό τον τομέα τις πρακτικές του PFLP, άρχισε να μαζικοποιείτε ραγδαία. Ταυτόχρονα η Χαμάς σε στρατιωτικό επίπεδο ετοιμάζονταν όχι απλά για ένοπλες απαντήσεις αλλά για ανοιχτό πόλεμο διαρκείας.
Επί της ουσίας οι προθέσεις της πλειοψηφίας των παλαιστινίων για ανοιχτή ένοπλη αντιπαράθεση είχαν διαμορφωθεί ήδη από το τέλος της πρώτης Ιντιφάντα. Παρά όμως τις φιλότιμες προσπάθειες του PFLP και της Χαμάς να δώσουν ένοπλες απαντήσεις αυτό δεν ήταν δυνατό γιατί το Λαϊκό Μέτωπο δεν είχε ακόμη επουλώσει τις πληγές του από τον εμφύλιο πόλεμο στο Λίβανο ενώ η Χαμάς μόλις είχε ιδρυθεί και δεν είχε καμιά ιδιαίτερη στρατιωτική ή πολεμική εμπειρία.
Παρόλα αυτά όταν η Χαμάς συνέχισε την ένοπλη πάλη το διάστημα 1993-1999, με τις όποιες προβληματικές, συμπορεύτηκε με την πρόθεση και τις προσδοκίες του μέσου Παλαιστίνιου. Όταν μάλιστα συνδύασε αυτή την ένοπλη δράση με δράσεις αυτοοργάνωσης των παλαιστινιακών κοινοτήτων (κυρίως στη Γάζα), αντιγράφοντας σε αυτό τον τομέα τις πρακτικές του PFLP, άρχισε να μαζικοποιείτε ραγδαία. Ταυτόχρονα η Χαμάς σε στρατιωτικό επίπεδο ετοιμάζονταν όχι απλά για ένοπλες απαντήσεις αλλά για ανοιχτό πόλεμο διαρκείας.
Η δεύτερη Ιντιφάντα και η έναρξη ενός μακροχρόνιου πολέμου.
Όταν ξέσπασε η δεύτερη Ιντιφάντα η Χαμάς δεν απάντησε αμυντικά αλλά επιθετικά. Οι βομβιστικές επιθέσεις και οι επιθέσεις καμικάζι σε μία σειρά πόλεων εντάσσονταν σε δύο βασικούς άξονες: 1)αυτόν της αντεκδίκησης (δίνω στον αντίπαλο τον ίδιο πόνο και την ίδια πίκρα που γεύεται ο λαός μου) και 2)αυτόν της μετατροπής των κατεχομένων σε περιοχές που είναι άχρηστες και μη εκμεταλλεύσιμες οικονομικά (είναι χαρακτηριστικό ότι η Χαμάς χτύπησε τα τελευταία 14 χρόνια μία σειρά επενδύσεων και δημόσιων έργων).
Επίσης το οπλοστάσιο της Χαμάς αναβαθμίστηκε με πιο βαριά όπλα. Αρχικά εισήχθησαν σε δράση όλμοι και πεδινά πυροβόλα, μεγάλοι αυτοσχέδιοι όλμοι για βομβαρδισμούς (εφεύρεση του Provitional-IRA) και στη συνέχεια ρουκέτες πυροβολικού. Πρόκειται για ένα οπλοστάσιο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από μία αντάρτικη οργάνωση για επιθετικές επιχειρήσεις.
Για ποιο λόγο όμως η Χαμάς να χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο οπλοστάσιο; Καταρχήν γιατί ήταν σίγουρη ότι από ένα σημείο και μετά τα μέτρα του Ισραήλ θα ήταν τόσο αυστηρά που δε θα μπορούσε να περάσει κανένας καμικάζι σε αμιγώς εβραϊκή περιοχή. Δεν είναι όμως μόνο το πρακτικό κομμάτι. Από το 2000 κάθε σύγκρουση με πέτρες κατέληγε στα όπλα. Κυρίως η Χαμάς αλλά και το PFLP δεν άφησαν «ατουφέκιστη» ούτε μία επίθεση του Ισραηλινού στρατού.
Η Χαμάς όμως κήρυξε έναν ανοιχτό πόλεμο με το Ισραήλ, και σε αυτή την περίπτωση χρειάζονταν και επιθετικά όπλα. Οι ρουκέτες πυροβολικού της Χαμάς επί της ουσίας έχουν μόνο συμβολική αξία. Από τη μία αναπτέρωναν το ηθικό των παλαιστινίων και από την άλλη υπενθύμιζαν στο Ισραήλ ότι ο πόλεμος δεν τελείωσε και ότι δεν ξεμπέρδεψε με το παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα.
Πρόκειται δηλαδή για μια παλαιστινιακή εκδοχή της στρατηγικής του «Long War» (μακροχρόνιος πόλεμος) που εφάρμοσε ο Provitional-IRA στη Βόρεια Ιρλανδία από το 1977. Πιο συγκεκριμένα τα κοινά στοιχεία της εφαρμογής της στρατηγικής του «Long War» μεταξύ της Χαμάς και του Provitional-IRA είναι τα εξής: 1)Διεξαγωγή πολέμου φθοράς στα κατεχόμενα εδάφη προκειμένου να αυξάνονται υπερβολικά οι απώλειες των δυνάμεων κατοχής με σκοπό να δημιουργηθεί στο λαό της κατοχικής δύναμης κλίμα για απόσυρση των δυνάμεων. 2)Καμπάνια βομβιστικών επιθέσεων σε οικονομικούς στόχους στα κατεχόμενα εδάφη ώστε οι επενδύσεις σε αυτό το μέρος να μην είναι κερδοφόρες. 3)Τα κατεχόμενα εδάφη να μετατραπούν σε ένα «ακυβέρνητο» μέρος ακόμη και με την παρουσία και τη δράση των δυνάμεων κατοχής. 4)Κατά τη διάρκεια του ένοπλου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα πρέπει να τιμωρούνται από τους μαχητές των απελευθερωτικών οργανώσεων οι εγκληματίες, οι χαφιέδες και οι πράκτορες των δυνάμεων κατοχής.
Επίσης το οπλοστάσιο της Χαμάς αναβαθμίστηκε με πιο βαριά όπλα. Αρχικά εισήχθησαν σε δράση όλμοι και πεδινά πυροβόλα, μεγάλοι αυτοσχέδιοι όλμοι για βομβαρδισμούς (εφεύρεση του Provitional-IRA) και στη συνέχεια ρουκέτες πυροβολικού. Πρόκειται για ένα οπλοστάσιο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από μία αντάρτικη οργάνωση για επιθετικές επιχειρήσεις.
Για ποιο λόγο όμως η Χαμάς να χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο οπλοστάσιο; Καταρχήν γιατί ήταν σίγουρη ότι από ένα σημείο και μετά τα μέτρα του Ισραήλ θα ήταν τόσο αυστηρά που δε θα μπορούσε να περάσει κανένας καμικάζι σε αμιγώς εβραϊκή περιοχή. Δεν είναι όμως μόνο το πρακτικό κομμάτι. Από το 2000 κάθε σύγκρουση με πέτρες κατέληγε στα όπλα. Κυρίως η Χαμάς αλλά και το PFLP δεν άφησαν «ατουφέκιστη» ούτε μία επίθεση του Ισραηλινού στρατού.
Η Χαμάς όμως κήρυξε έναν ανοιχτό πόλεμο με το Ισραήλ, και σε αυτή την περίπτωση χρειάζονταν και επιθετικά όπλα. Οι ρουκέτες πυροβολικού της Χαμάς επί της ουσίας έχουν μόνο συμβολική αξία. Από τη μία αναπτέρωναν το ηθικό των παλαιστινίων και από την άλλη υπενθύμιζαν στο Ισραήλ ότι ο πόλεμος δεν τελείωσε και ότι δεν ξεμπέρδεψε με το παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα.
Πρόκειται δηλαδή για μια παλαιστινιακή εκδοχή της στρατηγικής του «Long War» (μακροχρόνιος πόλεμος) που εφάρμοσε ο Provitional-IRA στη Βόρεια Ιρλανδία από το 1977. Πιο συγκεκριμένα τα κοινά στοιχεία της εφαρμογής της στρατηγικής του «Long War» μεταξύ της Χαμάς και του Provitional-IRA είναι τα εξής: 1)Διεξαγωγή πολέμου φθοράς στα κατεχόμενα εδάφη προκειμένου να αυξάνονται υπερβολικά οι απώλειες των δυνάμεων κατοχής με σκοπό να δημιουργηθεί στο λαό της κατοχικής δύναμης κλίμα για απόσυρση των δυνάμεων. 2)Καμπάνια βομβιστικών επιθέσεων σε οικονομικούς στόχους στα κατεχόμενα εδάφη ώστε οι επενδύσεις σε αυτό το μέρος να μην είναι κερδοφόρες. 3)Τα κατεχόμενα εδάφη να μετατραπούν σε ένα «ακυβέρνητο» μέρος ακόμη και με την παρουσία και τη δράση των δυνάμεων κατοχής. 4)Κατά τη διάρκεια του ένοπλου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα πρέπει να τιμωρούνται από τους μαχητές των απελευθερωτικών οργανώσεων οι εγκληματίες, οι χαφιέδες και οι πράκτορες των δυνάμεων κατοχής.
Η Γάζα όμως δεν είναι Londonderry! ...τα όρια της στρατηγικής του «Long War» στην Παλαιστίνη.
Όπως όμως η Γάζα δεν είναι Londonderry, έτσι και η Χαμάς δεν είναι ίδια με τον Εφεδρικό IRA ούτε όμως και το Ισραήλ είναι ίδιο με τη Μεγάλη Βρετανία.
Καταρχήν το Ισραήλ είναι ένας πολύ ιδιαίτερος ή καλύτερα μοναδικός κοινωνικός σχηματισμός. Πιο συγκεκριμένα ο ισραηλινός καπιταλισμός είναι ας πούμε μιλιταριστικός (υποχρεωτική 4χρονη θητεία για γυναίκες και άνδρες, τεράστια κονδύλια για πολεμικούς εξοπλισμούς, υπερβολικά ανεπτυγμένη πολεμική έρευνα και βιομηχανία για μία τόσο μικρή χώρα κα), το ΑΕΠ της χώρας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμβάσματα, επενδύσεις και εισαγωγή κεφαλαίων από το εξωτερικό και ιδεολογικά η έννοια του έθνους κράτους είναι βαθιά ποτισμένη με εθνικισμό και εβραϊκό φονταμενταλισμό. Για αυτό και δεν δημιουργείται εύκολα στον ισραηλινό λαό κλίμα για απόσυρση των δυνάμεων κατοχής από τα κατεχόμενα.
Επίσης η Χαμάς είναι μία ακραιφνώς φονταμενταλιστική ισλαμική οργάνωση η οποία εξυπηρετεί συμφέροντα σεΐχηδων και Αράβων αστών. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για την κατοχή έχουν μεγάλες ευθύνες οι άραβες σεΐχηδες και αστοί της Παλαιστίνης η στάση των οποίων το διάστημα 1917-1948 ήταν τουλάχιστον προδοτική (συναίνεσαν στην πώληση της κοιλάδας Μπεν τζα Αμέρ και εδαφών στη Χάιφα, αποδέχτηκαν τη διακήρυξη του Μπάλφουρ, συνεργάστηκαν με επιχειρήσεις εβραϊκών συμφερόντων και ξεπούλησαν τις αραβικές εξεγέρσεις στην Παλαιστίνη το 1936 και το 1937). Όταν λοιπόν ο Τζωρτζ Χαμπάς (ο μεγαλύτερος ηγέτης του PFLP) στη δεκαετία του ’70, την περίοδο που ενδυναμώνονταν το ρεύμα του φονταμενταλιστικού ισλαμισμού στο παλαιστινιακό κίνημα (τότε με τον Μαύρο Σεπτέμβρη), εκτιμούσε ότι «η Παλαιστινιακή Επανάσταση βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή» είχε απόλυτο δίκιο. Επί της ουσίας εκείνοι οι άραβες που πρόδωσαν τον παλαιστινιακό λαό το 1917-1948 έμπαιναν στο κίνημα από την πίσω πόρτα.
Έτσι λοιπόν είναι πολύ φυσικό η Χαμάς να αναβαθμίζει πάρα πολύ την αντεκδίκηση και να υποβαθμίζει άλλες κινηματικές διαδικασίες. Ποιος όμως είναι ο πραγματικός πολιτικός στόχος της Χαμάς; Ποιο είναι το πραγματικό όφελος από την εφαρμογή της στρατηγικής του «Long War» της Χαμάς;
Αν εξαιρέσει κανείς το γεγονός ότι το Ισραήλ κοντεύει να αναγνωρίσει τη Χαμάς σαν επίσημο συνομιλητή, που ομολογουμένως δεν είναι λίγο, η συνέχεια του παλαιστινιακού κινήματος είναι επί της ουσίας «φτερό στον άνεμο». Η ίδια η ηγεσία της Χαμάς αδυνατεί να χαράξει ένα πολιτικό σχεδιασμό για το επόμενο διάστημα με αποτέλεσμα η αντίσταση στη σημερινή ισραηλινή εισβολή στη Γάζα να βαδίζει στα τυφλά. Και αυτό γιατί μετά από σχεδόν 14 χρόνια εφαρμογής της στρατηγικής του «μακροχρόνιου πολέμου» φάνηκαν έντονα τα πρώτα αδιέξοδα. Πιο συγκεκριμένα στον Ισραηλινό λαό πλέον δεν υπάρχει και δεν μπορεί να δημιουργηθεί τουλάχιστο βραχυπρόθεσμα κλίμα για απόσυρση των δυνάμεων κατοχής από τα κατεχόμενα. Το χειρότερο για τη Χαμάς είναι ότι με το τείχος στη Δυτική Όχθη και τον αποκλεισμό της Γάζας περιορίζονται σημαντικά όλες οι επιθετικές ενέργειες της Χαμάς. Χειρότερα ακόμα, όλες οι προσδοκίες της Χαμάς για άνοιγμα των συνόρων της Αιγύπτου με την Γάζα, μετά την εξέγερση στην Αίγυπτο και τον εμπρησμό της Ισραηλινής πρεσβείας, φαίνονται να καταρρέουν. Ταυτόχρονα φαίνεται ότι οι συχνές αεροπορικές και χερσαίες επιθέσεις του Ισραήλ στη Γάζα έχουν γονατίσει το στρατιωτικό σκέλος της Χαμάς η οποία δεν μπορεί να αυξήσει τις απώλειες των Ισραηλινών.
Δυστυχώς λοιπόν η ιστορία της Παλαιστίνης μας δείχνει ότι όταν εμφανίζονται τέτοια αδιέξοδα οι παλαιστίνιοι καταλήγουν σε συμβιβασμό ο οποίος πολύ γρήγορα μετατρέπεται σε ήττα (πχ Όσλο το ‘93).
Αυτό όμως δε σημαίνει κιόλας ότι τελείωσε το παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα. Τα συμπεράσματα, τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο όμως και σε στρατιωτικό, είναι από μόνα τους σημαντικά για την εξέλιξη του κινήματος. Όπως το PFLP πάτησε στις εμπειρίες της Φατάχ και της PLO (το διάστημα 1954-1967), όπως και η Χαμάς με τη σειρά της πάτησε στις εμπειρίες του PFLP και του Μαύρου Σεπτέμβρη έτσι κάποιοι άλλοι Παλαιστίνιοι θα πατήσουν στις εμπειρίες της Χαμάς. Έτσι και αλλιώς ο αγώνας των παλαιστινίων είναι ήδη μακρόχρονος (το 2017 το παλαιστινιακό ζήτημα θα κλείσει 100 χρόνια) και δεν είναι ζήτημα μιας ζαριάς! Άλλωστε το PFLP σε μία αφίσα του το εξήγησε πολύ καλά με το σύνθημα «αντιστέκομαι…γι’ αυτό υπάρχω». Άρα λοιπόν η ιστορία συνεχίζεται...
Καταρχήν το Ισραήλ είναι ένας πολύ ιδιαίτερος ή καλύτερα μοναδικός κοινωνικός σχηματισμός. Πιο συγκεκριμένα ο ισραηλινός καπιταλισμός είναι ας πούμε μιλιταριστικός (υποχρεωτική 4χρονη θητεία για γυναίκες και άνδρες, τεράστια κονδύλια για πολεμικούς εξοπλισμούς, υπερβολικά ανεπτυγμένη πολεμική έρευνα και βιομηχανία για μία τόσο μικρή χώρα κα), το ΑΕΠ της χώρας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμβάσματα, επενδύσεις και εισαγωγή κεφαλαίων από το εξωτερικό και ιδεολογικά η έννοια του έθνους κράτους είναι βαθιά ποτισμένη με εθνικισμό και εβραϊκό φονταμενταλισμό. Για αυτό και δεν δημιουργείται εύκολα στον ισραηλινό λαό κλίμα για απόσυρση των δυνάμεων κατοχής από τα κατεχόμενα.
Επίσης η Χαμάς είναι μία ακραιφνώς φονταμενταλιστική ισλαμική οργάνωση η οποία εξυπηρετεί συμφέροντα σεΐχηδων και Αράβων αστών. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για την κατοχή έχουν μεγάλες ευθύνες οι άραβες σεΐχηδες και αστοί της Παλαιστίνης η στάση των οποίων το διάστημα 1917-1948 ήταν τουλάχιστον προδοτική (συναίνεσαν στην πώληση της κοιλάδας Μπεν τζα Αμέρ και εδαφών στη Χάιφα, αποδέχτηκαν τη διακήρυξη του Μπάλφουρ, συνεργάστηκαν με επιχειρήσεις εβραϊκών συμφερόντων και ξεπούλησαν τις αραβικές εξεγέρσεις στην Παλαιστίνη το 1936 και το 1937). Όταν λοιπόν ο Τζωρτζ Χαμπάς (ο μεγαλύτερος ηγέτης του PFLP) στη δεκαετία του ’70, την περίοδο που ενδυναμώνονταν το ρεύμα του φονταμενταλιστικού ισλαμισμού στο παλαιστινιακό κίνημα (τότε με τον Μαύρο Σεπτέμβρη), εκτιμούσε ότι «η Παλαιστινιακή Επανάσταση βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή» είχε απόλυτο δίκιο. Επί της ουσίας εκείνοι οι άραβες που πρόδωσαν τον παλαιστινιακό λαό το 1917-1948 έμπαιναν στο κίνημα από την πίσω πόρτα.
Έτσι λοιπόν είναι πολύ φυσικό η Χαμάς να αναβαθμίζει πάρα πολύ την αντεκδίκηση και να υποβαθμίζει άλλες κινηματικές διαδικασίες. Ποιος όμως είναι ο πραγματικός πολιτικός στόχος της Χαμάς; Ποιο είναι το πραγματικό όφελος από την εφαρμογή της στρατηγικής του «Long War» της Χαμάς;
Αν εξαιρέσει κανείς το γεγονός ότι το Ισραήλ κοντεύει να αναγνωρίσει τη Χαμάς σαν επίσημο συνομιλητή, που ομολογουμένως δεν είναι λίγο, η συνέχεια του παλαιστινιακού κινήματος είναι επί της ουσίας «φτερό στον άνεμο». Η ίδια η ηγεσία της Χαμάς αδυνατεί να χαράξει ένα πολιτικό σχεδιασμό για το επόμενο διάστημα με αποτέλεσμα η αντίσταση στη σημερινή ισραηλινή εισβολή στη Γάζα να βαδίζει στα τυφλά. Και αυτό γιατί μετά από σχεδόν 14 χρόνια εφαρμογής της στρατηγικής του «μακροχρόνιου πολέμου» φάνηκαν έντονα τα πρώτα αδιέξοδα. Πιο συγκεκριμένα στον Ισραηλινό λαό πλέον δεν υπάρχει και δεν μπορεί να δημιουργηθεί τουλάχιστο βραχυπρόθεσμα κλίμα για απόσυρση των δυνάμεων κατοχής από τα κατεχόμενα. Το χειρότερο για τη Χαμάς είναι ότι με το τείχος στη Δυτική Όχθη και τον αποκλεισμό της Γάζας περιορίζονται σημαντικά όλες οι επιθετικές ενέργειες της Χαμάς. Χειρότερα ακόμα, όλες οι προσδοκίες της Χαμάς για άνοιγμα των συνόρων της Αιγύπτου με την Γάζα, μετά την εξέγερση στην Αίγυπτο και τον εμπρησμό της Ισραηλινής πρεσβείας, φαίνονται να καταρρέουν. Ταυτόχρονα φαίνεται ότι οι συχνές αεροπορικές και χερσαίες επιθέσεις του Ισραήλ στη Γάζα έχουν γονατίσει το στρατιωτικό σκέλος της Χαμάς η οποία δεν μπορεί να αυξήσει τις απώλειες των Ισραηλινών.
Δυστυχώς λοιπόν η ιστορία της Παλαιστίνης μας δείχνει ότι όταν εμφανίζονται τέτοια αδιέξοδα οι παλαιστίνιοι καταλήγουν σε συμβιβασμό ο οποίος πολύ γρήγορα μετατρέπεται σε ήττα (πχ Όσλο το ‘93).
Αυτό όμως δε σημαίνει κιόλας ότι τελείωσε το παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα. Τα συμπεράσματα, τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο όμως και σε στρατιωτικό, είναι από μόνα τους σημαντικά για την εξέλιξη του κινήματος. Όπως το PFLP πάτησε στις εμπειρίες της Φατάχ και της PLO (το διάστημα 1954-1967), όπως και η Χαμάς με τη σειρά της πάτησε στις εμπειρίες του PFLP και του Μαύρου Σεπτέμβρη έτσι κάποιοι άλλοι Παλαιστίνιοι θα πατήσουν στις εμπειρίες της Χαμάς. Έτσι και αλλιώς ο αγώνας των παλαιστινίων είναι ήδη μακρόχρονος (το 2017 το παλαιστινιακό ζήτημα θα κλείσει 100 χρόνια) και δεν είναι ζήτημα μιας ζαριάς! Άλλωστε το PFLP σε μία αφίσα του το εξήγησε πολύ καλά με το σύνθημα «αντιστέκομαι…γι’ αυτό υπάρχω». Άρα λοιπόν η ιστορία συνεχίζεται...